Παγκόσµια, η Σεξουαλική Αγωγή αποτέλεσε και αποτελεί ένα πολυσυζητηµένο θέµα µε πολλές διαστάσεις:το περιεχόµενο, το χρονικό πλαίσιο, οι τρόποι διδασκαλίας, οι κατάλληλοι εκπαιδευτές, από ποια ηλικία πρέπει να ξεκινά η εκπαίδευση κλπ.
Σύµφωνα µε τον Ευρωπαϊκό κανονισµό 1567/2003 άρθρο 2, οι έφηβοι έχουν το δικαίωµα «…µίας επαρκούς πρόσβασης σε πληροφορίες, εκπαίδευση και… υπηρεσίες όσον αφορά την αναπαραγωγή και σεξουαλική ζωή…». Είναι αναγκαία µία πολυδιάστατη προσέγγιση λόγω των πολλών παραγόντων που συµβάλλουν στην κοινωνική και ατοµική ανάπτυξη για την αντιµετώπιση θεµάτων που αφορούν τη σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία (π.χ. ΗΙV/AIDS, ανεπιθύµητη εγκυµοσύνη).
Αυτή η προσέγγιση δεν µπορεί να απέχει από την υπάρχουσα κοινωνικοπολιτισµική υποδοµή κάθε χώρας, ούτε µπορεί να αγνοήσει τα δικαιώµατα και τις ευθύνες των νέων σε θέµατα της σεξουαλικής και αναπαραγωγικής υγείας. Στην Ευρώπη το 25% των εφήβων ηλικίας 15 ετών είναι σεξουαλικά ενεργοί, ενώ στην Αµερική αυτό το ποσοστό κυµαίνεται στο 50% (Knerr, 2006, Warren και συν. 1998). Στη Κύπρο, είναι 16 ετών (Οργανισµός Νεολαίας και Ινστιτούτο Αναπαραγωγικής Ιατρικής Κύπρου, 2006). Στην Ελλάδα ο µέσος όρος ηλικίας έναρξης της σεξουαλικής δραστηριότητας είναι 15-16 ετών (Μονάδας Εφηβικής Υγείας, 2009). Η έναρξη της σεξουαλικής δραστηριότητας σε πρώιµη ηλικία,το αυξανόµενα ποσοστά κυήσεων εφηβικής ηλικίας, οι εκτρώσεις, ο ιός HIV/ AIDS και τα Σ.Μ.Ν. είναι µερικοί από τους παράγοντες που επηρεάζουν αρνητικά τη σεξουαλική υγεία των νέων στη σύγχρονη εποχή (UNAIDS, 2004)
Σεξουαλική υγεία και εκπαίδευση
Σύµφωνα µε τον Παγκόσµιο Οργανισµό Υγείας (2002), η σεξουαλικότητα είναι µια κυρίαρχη έννοια της ανθρώπινης ύπαρξης καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής που περιλαµβάνει το φύλο και τους ρόλους που απορρέουν από αυτό,το σεξουαλικό προσανατολισµό, την ευχαρίστηση, τις σεξουαλικές σχέσεις και την αναπαραγωγή. Η σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία προϋποθέτει µια θετική προσέγγιση χαρακτηριζόµενη από σεβασµό στη σεξουαλικότητα και τις σεξουαλικές σχέσεις καθώς και τη δυνατότητα απόκτησης ευχάριστων και ασφαλών σεξουαλικών εµπειριών, χωρίς εξαναγκασµό, διάκριση και άσκηση βίας (WHO, 2002). Η σεξουαλική αγωγή και συµπεριφορά όπως και η σεξουαλικότητα (π.χ. έναρξη σεξουαλικής δραστηριότητας) διαµορφώνεται µέσα σε συγκεκριµένα πολιτισµικά πλαίσια της κάθε κοινωνίας και επηρεάζεται από παράγοντες που έχουν σχέση µε τις κοινωνικές αξίες και τα θρησκευτικά πιστεύω (Bonell και συν., 2006, Okun, 2000). Επίσης, το οικογενειακό περιβάλλον και η παρέα των συνοµηλίκων διαδραµατίζουν καίριο ρόλο στη διαµόρφωση των στάσεων και αντιλήψεων ενώ έχει φανεί ότι η σεξουαλική αγωγή περιορίζει την επικίνδυνη συµπεριφορά (Aspy και συν., 2006,Wight και συν., 2002).Σε ορισµένες Σκανδιναβικές χώρες,οι γονείς φαίνεται να είναι αρκετά ώριµοι να συζητούν το θέµα ανοικτά µε τα παιδιά τους σε σχέση µε άλλες χώρες όπως η Αγγλία ή η Ελλάδα. ∆ιαπιστώνεται ότι οι νέοι εκεί είναι πολύ καλύτερα πληροφορηµένοι και κάνουν ώριµες επιλογές όσον αφορά τη σεξουαλική τους ζωή, η έναρξη της σεξουαλικής δραστηριότητας παρατείνεται ενώ οι σεξουαλικές τους επαφές είναι πιο ασφαλείς (McCafferty, 2007). Η σεξουαλική αγωγή δεν περιορίζεται µόνο στην παροχή γνώσεων για τα Σ.Μ.Ν. ή την αντισύλληψη αλλά αποσκοπεί στην δια βίου µάθηση για τη σεξουαλικότητα, τα συναισθήµατα,τις σχέσεις,την ανάπτυξη δεξιοτήτων, στάσεων και συµπεριφορών. Εξετάζει επίσης τις σχέσεις και τα συναισθήµατα που αφορούν τη σεξουαλική εµπειρία. Προσεγγίζει τη σεξουαλικότητα ως ένα φυσικό, αναπόσπαστο και θετικό µέρος της ζωής και καλύπτει όλες τις πτυχές της εξέλιξης και της ύπαρξης (Καυγά-Παλτόγλου, 2008). Προωθεί την ισότητα των φύλων, την αυτο-εκτίµηση και τον σεβασµό για τα σεξουαλικά και αναπαραγωγικά δικαιώµατα. Σχετικά µε τα αποτελέσµατα προγραµµάτων σεξουαλικής αγωγής οι Kirby και συν. (2007), κατέληξαν στο συµπέρασµα ότι η αποτελεσµατικότητα τους εξαρτάται από τη διερεύνηση των εκπαιδευτικών αναγκών και τον κατάλληλο σχεδιασµό τους. Για να είναι αποτελεσµατικό ένα «µάθηµα» σεξουαλικής αγωγής, πρέπει να ληφθούν υπόψη οι γνώσεις, η στάση και η συµπεριφορά των νέων απέναντι σε θέµατα σχετικά µε τη σεξουαλικότητα, όπως διαφυλικές σχέσεις και αντισύλληψη (WHO, 2003). Στην Ελλάδα και στην Κύπρο οι µαθητές της δευτεροβάθµιας εκπαίδευσης διδάσκονται στοιχεία σεξουαλικής αγωγής στα πλαίσια του αναλυτικού προγράµµατος µαθηµάτων. Μέσα απ’ αυτά οι µαθητές ενηµερώνονται και συζητούν για θέµατα όπως: σεξουαλική ανάπτυξη, αναπαραγωγή, αντισύλληψη, διαπροσωπικές σχέσεις. Η νέα γνώση είναι απαραίτητη για να λειτουργεί σαν βάση πάνω στην οποία οι νέοι άνθρωποι θα στηριχτούν για να αναπτύξουν υπεύθυνους τρόπους συµπεριφοράς και τρόπους σκέψης και δεξιότητες σε σχέση µε τη σεξουαλικότητα (∆άβου και Σουρτζή, 2009)
Σεξουαλική Αγωγή και Ευρωπαϊκή Πολιτική
Η Ευρωπαϊκή διάσταση στην εκπαίδευση, είναι απαραίτητο να προσεγγιστεί µέσα από το πλαίσιο της ευρύτερης Κοινοτικής εκπαιδευτικής πολιτικής, ως στοιχείο που συµβάλλει στην ανάπτυξη της Κοινότητας και στην υλοποίηση του στόχου της δηµιουργίας ενιαίας κοινής Ευρωπαϊκής συνείδησης. Ως πρακτική, η Ευρωπαϊκή διάσταση σχετίζεΣεξουαλική αγωγή και Ευρωπαϊκή πολιτική Eλληνικό Περιοδικό της Nοσηλευτικής Επιστήµης #54# ανασκοπήσεις ται άµεσα µε τη εκπαιδευτική διάσταση. Πρόκειται ουσιαστικά για την πραγµάτωση του θεωρητικού πλαισίου της Κοινοτικής εκπαιδευτικής πολιτικής στη καθηµερινή πρακτική στο σχολείο και σε κέντρα υγείας. Συνεπώς, η έννοια της Ευρωπαϊκής διάστασης οφείλει να συσχετιστεί µε διδακτικές αρχές και παιδαγωγικές µεθόδους, να συνδυαστεί και να εναρµονιστεί µε τα γνωστικά αντικείµενα του αναλυτικού προγράµµατος, να προβληθεί µέσα από εκπαιδευτικά εγχειρίδια και τέλος να αποτελέσει αντικείµενο συνεχούς επιµόρφωσης των εκπαιδευτικών και επαγγελµατιών υγείας (∆ανασσής- Αφεντάκης, 2003). Ο κανονισµός της Ευρωπαϊκής Ένωσης 1567/2003 ανάµεσα σε άλλα τονίζει: • την ατοµική ελευθερία για πρόσβαση σε πληροφορίες, εκπαίδευση και υπηρεσίες για τους εφήβους • την στήριξη των πολιτικών και προγραµµάτων υγείας για την σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία • την διαρκή παροχή και διάθεση σε οικονοµικά προσιτή τιµή αποτελεσµατικότερων και αποδεκτών µεθόδων αντισύλληψης και προστασίας από τα ΣΜΝ, HIV/AIDS • το δικαίωµα του ασφαλούς τερµατισµού της εγκυµοσύνης και την διεξαγωγή συµβουλευτικής πριν και µετά τον τερµατισµό της εγκυµοσύνης • την εκπαίδευση για τον οικογενειακό προγραµµατισµό • την εκπαίδευση για την ισότητα των φύλων σε σχέση µε την συµπεριφορά ως προς τις σεξουαλικές τους σχέσεις (π.χ. ευθύνες) Πολύ καθαρά µέσα από τον πιο πάνω κανονισµό το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο και το Συµβούλιο της Ευρώπης υπογραµµίζουν την αναγκαιότητα της σεξουαλικής αγωγής και καθορίζουν ένα ευρύ πεδίο µάθησης. Οι Moore και Rienzo (2000) εισηγήθηκαν ένα πιο συγκεκριµένο θεµατολόγιο όσον αφορά την σεξουαλική εκπαίδευση που συµπεριλαµβάνει: 1. Ανθρώπινη ανάπτυξη (π.χ. ανατοµία,φυσιολογία, εφηβεία, σωµατικό είδωλο, σεξουαλική ταυτότητα) 2. Σχέσεις (π.χ. οικογένεια, αγάπη, γάµος, ραντεβού) 3. Προσωπικές δεξιότητες, Αξίες, (π.χ. διαπραγµάτευση, αποφάσεις) 4. Σεξουαλική συµπεριφορά (π.χ. αυνανισµός, αποχή, φαντασία) 5. Σεξουαλική υγεία (π.χ. αντισύλληψη, έκτρωση, βία) 6. Κοινωνία και Κουλτούρα (π.χ. νοµοθεσία, θρησκεία, ΜΜΕ) Αυτές οι κατευθυντήριες γραµµές φαίνεται να δίνουν µία ολιστική προσέγγιση της σεξουαλικής αγωγής. Συνδυάζουν όλες τις παραµέτρους προσεγγίζοντας τον έφηβο ως µία βιο-ψυχο-κοινωνικο-πολιτισµική οντότητα. Η Ευρωπαϊκή πολιτική δίνει συγκεκριµένες κατευθυντήριες γραµµές, είναι όµως στην διακριτική ευχέρεια της κάθε χώρας πως και σε ποιο βαθµό θα τις συµπεριλάβει µέσα στα πλαίσια της δικής της κουλτούρας και κοινωνίας.
Η σεξουαλική αγωγή σε άλλες χώρες
Σχεδόν σε όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης η σεξουαλική αγωγή έχει ενσωµατωθεί στο αναλυτικό πρόγραµµα του σχολείου ως υποχρεωτικό ή προαιρετικό «µάθηµα». Σε χώρες που θεωρούνται πιο προοδευτικές όπως η Ολλανδία και η Σουηδία το θέµα διδάσκεται από το νηπιαγωγείο και αργότερα στο σχολείο διαθεµατικά. Σηµαντικό στοιχείο είναι ότι στην εκπαιδευτική διαδικασία υπάρχει ανάµειξη των παιδιών (δηλαδή υπάρχουν πυρήνες µάθησης) και των γονιών (Moore, 2000). Στην Αγγλία, παρόλο που γίνεται διαθεµατικά στο σχολικό πρόγραµµα, δεν ακολουθείται µία συστηµατική ολιστική προσέγγιση το θέµατος της σεξουαλικής αγωγής. Πιθανόν αυτό να εξηγεί και τα υψηλά ποσοστά των εκτρώσεων που σηµειώνονται κάθε χρόνο. Το ίδιο όµως φαίνεται να ισχύει και για άλλες χώρες όπου η σεξουαλική εκπαίδευση είναι περιορισµένη ή αποσπασµατική ή συνειδητά επικεντρωµένη σε συγκεκριµένα πλαίσια. Για παράδειγµα στην Ρουµανία υπάρχει αρκετή θεωρητική εκπαίδευση κυρίως σε σχέση µε την επικίνδυνη συµπεριφορά. Στη Ρωσία η εκπαίδευση επικεντρώνεται κυρίως σε θέµατα που αφορούν τη γυναίκα (π.χ. εγκυµοσύνη, έµµηνος ρύση) και όχι στις διαφυλικές σχέσεις. Επίσης, σε κάποιες χώρες οι κοινωνικές και θρησκευτικές πεποιθήσεις δηµιουργούν αντιστάσεις που δυσχεραίνουν την αντικειµενική εκπαίδευση για την σεξουαλικότητα (π.χ. Πολωνία, Ιρλανδία) (Okun, 2000).
Νοµικά πλαίσια σε Ελλάδα και Κύπρο σχετικά µε την σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία
Έκτρωση (EU 2001/2128 (INI)) Στην Ελλάδα η διακοπή κύησης είναι νοµοθετικά κατοχυρωµένη µε το Νόµο 1609/86 «Τεχνητή διακοπή της εγκυµοσύνης και προστασία της υγείας της γυναίκας». Η έκτρωση είναι νόµιµη όταν πραγµατοποιείται έως τη 12η εβδοµάδα µε αίτηση της γυναίκας.Μετά τη 12η και έως την 20η εβδοµάδα γίνεται όταν συντρέχουν ειδικοί ιατρικοί λόγοι, και µόνο σε νοσοκοµεία του Εθνικού Συστήµατος Υγείας (ΕΣΥ), όπως λόγοι υγείας του εµβρύου ή της µητέρας. Στην Κύπρο βάσει νοµικού πλαισίου (Νόµος Περί Εκτρώσεων 1986, άρθρο 161Α) η έκτρωση επιτρέπεται υπό ορισµένες όµως συνθήκες. Σε δηµόσια νοσοκοµεία είναι δύσκολο να πραγµατοποιηθεί, κυρίως για κοινωνικούς και πολιτισµικούς λόγους και την αποφυγή κοινωνικού στιγµατισµού. Σε περιπτώσεις βιασµού, η αστυνοµία είναι υποχρεωµένη µαζί µε την ιατροδικαστική γνωµάτευση βιασµού, να καταθέσει και ιατρικό πιστοποιητικό. Η έκτρωση απαγορεύεται από την Εκκλησία της Κύπρου. ∆ηµόσια υγεία (EU 2001/2128 (INI)) Στην Κύπρο δεν υπάρχει επίσηµη δηµόσια υπηρεσία άµεσης βοήθειας και υποστήριξης για τους νέους σε Νοµικά πλαίσια σε Ελλάδα και Κύπρο σχετικά µε την σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία #55# Τόµος 02 • Τεύχος 02 ανασκοπήσεις σχέση µε την σεξουαλική και αναπαραγωγική υγεία και συµπεριφορά. Στην Ελλάδα ο Οικογενειακός Προγραµµατισµός είναι αναγνωρισµένος ως δικαίωµα των πολιτών µε το Ν.1397/83 για το ΕΣΥ, όπου ορίζεται ότι την αποκλειστική ευθύνη παροχής τέτοιων υπηρεσιών την αναλαµβάνει το κράτος (Σουρτζή, 2006). Σεξουαλική αγωγή (EU 89/C 3/01; 2001/2128(INI)) Στην Κύπρο δεν υπάρχει νοµοθεσία για υποχρεωτική σεξουαλική αγωγή ενώ υπάρχει στα πλαίσια του προγράµµατος Αγωγής Υγείας από το 1992. Στην Ελλάδα η Αγωγή Υγείας στα σχολεία είναι θεσµοθετηµένη για τις βαθµίδες της Πρωτοβάθµιας και ∆ευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης: «Στα σχολεία Πρωτοβάθµιας και ∆ευτεροβάθµιας Εκπαίδευσης εφαρµόζονται προγράµµατα Αγωγής Υγείας, που αποτελούν τµήµα των ωρολογίων και αναλυτικών προγραµµάτων των σχολείων αυτών και περιλαµβάνουν τη διδασκόµενη αναλυτική ύλη και τις σχετικές δραστηριότητες...» (άρθρο 7, ν. 2817/ΦΕΚ78/14-3- 2000).Τα αναλυτικά προγράµµατα Αγωγής Υγείας έχουν εγκριθεί από τα αντίστοιχα τµήµατα του Παιδαγωγικού Ινστιτούτου και βρίσκονται στα σχολεία µε τις 2/6006/7- 11-2001 και Φ11.2/818/78436/Γ1/25-7-2002 Εγκυκλίους και την Γ2/43520/ΦΕΚ/543/τ.Β΄/1-5-2002 Υπουργική Απόφαση.
Από:
Χριστιάνα Κούτα, PhD, Msc, Bsc, Dipl.N., RN Λέκτορας, Τµήµα Νοσηλευτικής, Σχολή Επιστηµών Υγείας, Τεχνολογικό Πανεπιστήµιο Κύπρου
Μαρία Αθανασοπούλου, MSc, Bsc, RN Νοσηλεύτρια ΠΕ Γ. Ν. «ΕΛΕΝΑ ΒΕΝΙΖΕΛΟΥ»
https://ktisis.cut.ac.cy/bitstream/10488/928/2/Tomos02_teyxos02-dragged4.pdf